-
1 κρατιστεύσαι
-
2 κρατιστεῦσαι
См. также в других словарях:
κρατιστεῦσαι — κρατιστεύω to be mightiest aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 κρατιστεύσαι
2 κρατιστεῦσαι
κρατιστεῦσαι — κρατιστεύω to be mightiest aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)