Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

κοὐδ'

  • 1 κουδ'

    οὐδέ, οὐδέ
    but not: indeclform (particle)
    οὐδέ, οὐδός 1
    threshold: masc voc sg
    οὐδέ, οὐδός 2
    way: fem voc sg (ionic)

    Morphologia Graeca > κουδ'

  • 2 κοὐδ'

    οὐδέ, οὐδέ
    but not: indeclform (particle)
    οὐδέ, οὐδός 1
    threshold: masc voc sg
    οὐδέ, οὐδός 2
    way: fem voc sg (ionic)

    Morphologia Graeca > κοὐδ'

См. также в других словарях:

  • κοὐδ' — οὐδέ , οὐδέ but not indeclform (particle) οὐδέ , οὐδός 1 threshold masc voc sg οὐδέ , οὐδός 2 way fem voc sg (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καλαθούνα — η μεγάλο καλάθι. [ΕΤΥΜΟΛ. < καλάθι + ούνα (πρβλ. κουδ ούνα)] …   Dictionary of Greek

  • κεντρούνι — κεντρούνι, τὸ (Μ) κεντρί. [ΕΤΥΜΟΛ. < κέντρον + κατάλ. ούνι (πρβλ. κουδ ούνι, πιγ ούνι) ή απευθείας από το ουσ. κέντρων] …   Dictionary of Greek

  • μαλαθούνα — η πλεκτό καλάθι πλεγμένο από στελέχη σταχιών τού σταριού, βούρλων κ.ά. φυτών. [ΕΤΥΜΟΛ. < μαλάθα + επίθημα ούνα (πρβλ. καλαθ ούνα, κουδ ούνα] …   Dictionary of Greek

  • μαλαθούνι — το καλαθάκι. [ΕΤΥΜΟΛ. < μαλάθα + επίθημα ούνι (πρβλ. καλαθ ούνι, κουδ ούνι)] …   Dictionary of Greek

  • φυσούνι — το, Ν 1. η φυσούνα 2. είδος παραδοσιακού κυκλικού χορού για άνδρες και γυναίκες, πιθανώς από την περιοχή τής Πρέβεζας, που εκτελείται σε εννέα χρόνους. [ΕΤΥΜΟΛ. < φυσώ, κατά τα ονόμ. σε ούνι (πρβλ. κουδ ούνι)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»