Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

κοσμοποιΐα

См. также в других словарях:

  • κοσμοποιία — κοσμοποιίᾱ , κοσμοποιία creation fem nom/voc/acc dual κοσμοποιίᾱ , κοσμοποιία creation fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοσμοποιία — κοσμοποιΐα, ἡ (ΑM) [κοσμοποιός] η δημιουργία τού κόσμου («Ἀναξαγόρας... νοῡν καὶ θεὸν πρῶτος ἐπαγαγόμενος τῇ κοσμοποιΐα», Θεμίστ.) αρχ. 1. κόσμηση, στολισμός 2. τίτλος συγγράμματος τού Εμπεδοκλέους …   Dictionary of Greek

  • κοσμοποιίᾳ — κοσμοποιίᾱͅ , κοσμοποιία creation fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοσμοποιίας — κοσμοποιίᾱς , κοσμοποιία creation fem acc pl κοσμοποιίᾱς , κοσμοποιία creation fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοσμοποιίαι — κοσμοποιίᾱͅ , κοσμοποιία creation fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοσμοποιίαν — κοσμοποιίᾱν , κοσμοποιία creation fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ԱՇԽԱՐՀԱԳՈՐԾՈՒԹԻՒՆ — ( ) NBH 1 0261 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 8c, 10c, 12c գ. κοσμοποιία, κοσμουργία mdi fabricatio Արարչութիւն կամ ստեղծումն աշխրահի (իբր ն. եւ կ). որ եւ Աշխարհարարութիւն. *Մովսեսեան հինգ դպրութիւնք զաշխարհագործութենէն… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • ԱՇԽԱՐՀԱՐԱՐՈՒԹԻՒՆ — ( ) NBH 1 0264 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 6c, 10c գ. κοσμοποιία mudi creatio, opificium Արարչութիւն աշխարհի. արարչագործութիւն. ստեղծումն աշխարհի. աշխարք ստեղծելը, աշխրքիս ստեղծուիլը. *Աշխարհարարութիւնն կարգեալ յօրինեալ …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»