См. также в других словарях:
σπιζίας — ὁ, Α ονομασία μικρού γερακιού που καταδιώκει τις σπίζες και τα στρουθιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < σπίζα + κατάλ. ίας (πρβλ. κορακ ίας)] … Dictionary of Greek
σπιζίας — ὁ, Α ονομασία μικρού γερακιού που καταδιώκει τις σπίζες και τα στρουθιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < σπίζα + κατάλ. ίας (πρβλ. κορακ ίας)] … Dictionary of Greek