-
1 κληδουχος
κλῃδοῦχος, κλειδοῦχοςὅ и ἥ1) хранитель ключей, страж(τᾶς Ἀφροδίτας θαλάμων Eur.)
2) жрец(Ἥρας Aesch.)
3) хранитель, защитник: , ἥ πόλιν ἡμετέραν ἔχει κ. τε καλεῖται Arph. Паллада, которая владеет нашим городом и зовется хранительницей (его) -
2 κλειδουχος...
κλειδοῦχος...κλῃδοῦχος, κλειδοῦχοςὅ и ἥ1) хранитель ключей, страж(τᾶς Ἀφροδίτας θαλάμων Eur.)
2) жрец(Ἥρας Aesch.)
3) хранитель, защитник: , ἥ πόλιν ἡμετέραν ἔχει κ. τε καλεῖται Arph. Паллада, которая владеет нашим городом и зовется хранительницей (его)
См. также в других словарях:
κληδούχος — κληδοῡχος, ον (Α) (αττ. τ.) βλ. κλειδούχος … Dictionary of Greek
κλῃδοῦχος — κλειδοῦχος masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Atenea — Saltar a navegación, búsqueda Atenea Partenos. Mármol griego firmado ANTIOCHOS, copia del siglo I del original de Fidias del siglo V que se erigió en la Acrópolis. En la mitología griega, Atenea o Atena (en ático … Wikipedia Español
-ούχος — (ΑΜ οῡχος) μορφή στην οποία απαντά το ρ. έχω ως β συνθετικό < οοχος με συναίρεση από ονόματα με θεμ. φωνήεν ο (πρβλ. τροπαι ούχος < τρόπαιον, κληρ ούχος < κλήρος, γαλακτ ούχος < γάλα, ακτος). Τα σύνθ. σε ούχος σημαίνουν τον κάτοχο… … Dictionary of Greek
κλειδούχος — ο (AM κλειδοῡχος, ον, Α αττ. τ. κληδοῡχος, ον, δωρ. τ. κλᾳδοῡχος, ον) το αρσ. και θηλ. ως ουσ. ο, η κλειδούχος 1. αυτός που κρατά και φυλάει τα κλειδιά, κλειδοκράτης, κλειδοφύλακας 2. αυτός που έχει τη φροντίδα για τη φύλαξη ενός τόπου («Ἔρωτα … Dictionary of Greek