Перевод: со всех языков на русский

с русского на все языки

κλυτόμητις

См. также в других словарях:

  • κλυτόμητις — κλυτόμητις, ι (AM) ξακουστός για τη σοφία του και τη σύνεσή του. [ΕΤΥΜΟΛ. < κλυτός + μητις (< μῆτις «σοφία»), πρβλ. αγκυλό μητις, ποικιλό μητις] …   Dictionary of Greek

  • κλυτόμητις — famous for skill fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κλυτόμητι — κλυτόμητις famous for skill fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κλυτόμητιν — κλυτόμητις famous for skill fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»