-
1 Κλείτος
-
2 Κλεῖτος
-
3 κλείτος
-
4 κλεῖτος
-
5 κλεῖτος
A s.v. κλειτή; [full] κλῆτος, Suid.------------------------------------Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κλεῖτος
-
6 κλειτός
κλειτός, eigtl. adj. verb. zu κλείω, berühmt, ruhmvoll; ἐπίκουροι Il. 6, 227 u. öfter; βασιλῆες Od. 6, 54; auch von Sachen, ἑκατόμβη, ruhmwürdig, herrlich, Il. 1, 447, wie Pind. P. 10, 33; auch von einer Stadt, Panopeus, Il. 17, 307; Jolkos, Pind. P. 4, 137, öfter. – Vgl. κλυτός. – Auch schlechte Schreibung für κλιτός.
-
7 κλεῖτος
κλεῖτος, τό, Ruhm, Alcm. fr. 85 Bergk.
-
8 κλειτος
-
9 Κλειτός
Κλειτόςrenowned: masc nom sg -
10 κλειτός
κλειτόςrenowned: masc nom sg -
11 κλειτός
1 illustriousκλειτᾶς Ἰαολκοῦ P. 4.77
κλειτὰς ὄνων ἑκατόμβας ἐπιτόσσαις θεῷ ῥέζοντας P. 10.33
[ κλειταῖς ἐν Ἀμύκλαῖς v. l. κλυταῖς) P. 11.32]ποτὶ κλειτὰν θαμὰ νίσεται Ἰσθμὸν Δωρίαν N. 5.37
κλειτᾷ γενεᾷ N. 6.61
]κλειτα[ Θρ. 6. 4. -
12 κλειτός
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κλειτός
-
13 κλειτός
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > κλειτός
-
14 Κλεῖτος
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > Κλεῖτος
-
15 κλειτός
-
16 κλεῖτος
κλεῖτος, τό, Ruhm -
17 κλειτός
Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > κλειτός
-
18 περι-κλειτός
περι-κλειτός, rings od. weit gepriesen; Theocr. 17, 34; Qu. Sm. 3, 305 u. a. Sp.
-
19 πολύ-κλειτος
πολύ-κλειτος, viel od. sehr berühmt, γένος, Pind. Ol. 6, 71.
-
20 πάγ-κλειτος
См. также в других словарях:
Κλειτός — renowned masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κλειτός — renowned masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κλεῖτος — masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κλεῖτος — neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κλείτος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Αιγύπτου και σύζυγος της Δαναΐδας Κλείτης, η οποία τον σκότωσε την πρώτη νύχτα του γάμου τους. 2. Γιος του Μαντία, πατέρας του Κοίρανου. Η Ηώ τον ερωτεύτηκε επειδή ήταν πολύ όμορφος και τον έκανε αθάνατο … Dictionary of Greek
κλειτός — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Αιγύπτου και σύζυγος της Δαναΐδας Κλείτης, η οποία τον σκότωσε την πρώτη νύχτα του γάμου τους. 2. Γιος του Μαντία, πατέρας του Κοίρανου. Η Ηώ τον ερωτεύτηκε επειδή ήταν πολύ όμορφος και τον έκανε αθάνατο … Dictionary of Greek
Κλείτος — Sp Klitas Ap Κλείτος/Kleitos L Š Graikija … Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė
Κύρου-Κλείτος, Δημήτριος — (Θεσσαλονίκη 1921 –). Λογοτέχνης. Σπούδασε στη σχολή νομικών και οικονομικών επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και σταδιοδρόμησε ως τραπεζικός υπάλληλος (1951 83). Διετέλεσε επίσης γενικός γραμματέας του Κρατικού Θεάτρου… … Dictionary of Greek
κλειτῶν — κλεῖτος neut gen pl (attic epic doric) κλειτός renowned fem gen pl κλειτός renowned masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κλείτει — κλεῖτος neut nom/voc/acc dual (attic epic) κλείτεϊ , κλεῖτος neut dat sg (epic ionic) κλεῖτος neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κλειτόν — κλειτός renowned masc acc sg κλειτός renowned neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)