Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

κλαυϑμυρισμῶν

См. также в других словарях:

  • κλαυθμυρισμῶν — κλαυθμυρισμός crying like a child masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιαλώ — Κόρη του αρκαδικού ήρωα Αλκιμέδοντα, που γέννησε κατά την αρχαία ελληνική μυθολογία από τον Ηρακλή τον Αιχμαγόρα. Ο πατέρας της, για να την τιμωρήσει, την έδεσε σε ένα δέντρο σε κάποιο βουνό και δίπλα της απόθεσε το βρέφος, για να γίνουν βορά των …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»