Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

κηφήν-ιον

См. также в других словарях:

  • κερί — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 200 μ., 487 κάτ.) της Ζακύνθου. Βρίσκεται στο νότιο άκρο του νησιού, στα Α του ομώνυμου ακρωτηρίου, 21 χλμ. ΝΔ της πόλης της Ζακύνθου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Λαγανά του νομού Ζακύνθου. Ο όρμος και το ακρωτήριο… …   Dictionary of Greek

  • κηφήνιο — το (Α κηφήνιον) κηφήνας σε εμβρυακό στάδιο αρχ. η κυψέλη του κηφήνα. [ΕΤΥΜΟΛ. < κηφήν + υποκορ. κατάλ. ιον] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»