Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

καὐτῶν

См. также в других словарях:

  • καὐτῶν — αὐτῶν , αὐτός self neut gen pl αὐτῶν , αὐτός self fem gen pl αὐτῶν , αὐτός self masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ισλανδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ισλανδίας Έκταση: 103.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 279.384 (2002) Πρωτεύουσα: Pέικιαβικ (112.268 κάτ. το 2001)Νησιωτικό κράτος της βόρειας Ευρώπης. Βρέχεται από τον Βόρειο Ατλαντικό ωκεανό καθώς και από τη θάλασσα της… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»