Перевод: со всех языков на русский

с русского на все языки

κατα-τρυφάω

См. также в других словарях:

  • κατετρύφησαν — κατά θρύπτω break in pieces aor ind pass 3rd pl κατά τρυφάω live softly imperf ind act 3rd pl κατά τρυφάω live softly aor ind act 3rd pl (attic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατετρύφων — κατά τρυφάω live softly imperf ind act 3rd pl κατά τρυφάω live softly imperf ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατετρυφήσαμεν — κατά τρυφάω live softly aor ind act 1st pl (attic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατετρυφήσατε — κατά τρυφάω live softly aor ind act 2nd pl (attic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατετρύφησας — κατά τρυφάω live softly aor ind act 2nd sg (attic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατετρύφησεν — κατά τρυφάω live softly aor ind act 3rd sg (attic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατετρύφα — κατετρύφᾱ , κατά τρυφάω live softly imperf ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συμβριάζω — Α (κατά τον Ησύχ.) «σοβαρεύομαι, τρυφάω». [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. συ(μ)βριακός) …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»