-
1 καταφέρεια
καταφέρειαproneness: fem nom /voc sg -
2 καταφέρεια
καταφέρ-εια, ἡ,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καταφέρεια
-
3 καταφέρεια
κατα-φέρεια, ἡ, die Abschüssigkeit; Geneigteit wozu -
4 καταφερείας
καταφερείᾱς, καταφέρειαproneness: fem acc plκαταφερείᾱς, καταφέρειαproneness: fem gen sg (attic doric aeolic) -
5 καταφέρειαν
καταφέρειαproneness: fem acc sg -
6 κατω-φέρεια
κατω-φέρεια, ἡ, abschüssige Lage, Abhang, wie καταφέρεια.
См. также в других словарях:
καταφέρεια — καταφέρεια, ἡ (AM) [κατάφερες] μσν. ασέλγεια, λαγνεία αρχ. κλίση, προδιάθεση, ροπή … Dictionary of Greek
καταφέρεια — proneness fem nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καταφερείας — καταφερείᾱς , καταφέρεια proneness fem acc pl καταφερείᾱς , καταφέρεια proneness fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καταφέρειαν — καταφέρεια proneness fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ՎԱՅՐԱԲԵՐՈՒԹԻՒՆ — ( ) NBH 2 0778 Chronological Sequence: 6c, 12c գ. ՎԱՅՐԱԲԵՐՈՒԹԻՒՆ ՎԱՅՐԱԲԵՐՈՒՄՆ. καταφέρεια pronitas, demissio. Ի վայր բերումն, իջումն, կործանումն, կորացումն. *Վարաբերութեամբ իսկ անյիշատակ զբարձումն ʼի տեղեացն կրիցեն (ծառք): Լքումն եւ վայրաբերումն… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
ՎԱՅՐԱԲԵՐՈՒՄՆ — ( ) NBH 2 0778 Chronological Sequence: 6c, 12c գ. ՎԱՅՐԱԲԵՐՈՒԹԻՒՆ ՎԱՅՐԱԲԵՐՈՒՄՆ. καταφέρεια pronitas, demissio. Ի վայր բերումն, իջումն, կործանումն, կորացումն. *Վարաբերութեամբ իսկ անյիշատակ զբարձումն ʼի տեղեացն կրիցեն (ծառք): Լքումն եւ վայրաբերումն… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)