Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

κατατετραίνω

См. также в других словарях:

  • κατατετραίνω — και κατατιτραίνω (Α) διατρυπώ, κατατρυπώ («κατέτρησα τὴν σάρκα», Πλούτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + τετραίνω «τρυπώ»] …   Dictionary of Greek

  • ακατάτρητος — ἀκατάτρητος, ον (Α) [κατατετραίνω] αυτός που δεν έχει τρυπηθεί ή που δεν έχει τρύπα, κοιλότητα «ἀκατάτρητον ὀστοῡν» (Γαλην. 4, 522 d) …   Dictionary of Greek

  • κατατιτρώ — κατατιτρῶ, άω (Α) κατατετραίνω*. [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + τιτρῶ «διατρυπώ»] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»