-
1 καταστωμύλλομαι
A chatter, οἷα κατεστωμύλατο οὐκ ἄκαιρα (Dind. κἀστωμύλατο) Ar.Th. 461: [tense] pf. part. κατεστωμυλμένος a chattering fellow, Id.Ra. 1160, Numen. ap. Eus.PE14.5.II in pass. sense, τὰ κατεστ. things blabbed out, EM524.31.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καταστωμύλλομαι
-
2 κατεστωμυλμένα
καταστωμύλλομαιchatter: perf part mp neut nom /voc /acc plκατεστωμυλμένᾱ, καταστωμύλλομαιchatter: perf part mp fem nom /voc /acc dualκατεστωμυλμένᾱ, καταστωμύλλομαιchatter: perf part mp fem nom /voc sg (doric aeolic) -
3 κατεστωμυλμένον
καταστωμύλλομαιchatter: perf part mp masc acc sgκαταστωμύλλομαιchatter: perf part mp neut nom /voc /acc sg -
4 κατεστωμυλμένε
καταστωμύλλομαιchatter: perf part mp masc voc sg -
5 κατεστωμυλμένος
καταστωμύλλομαιchatter: perf part mp masc nom sg -
6 κατεστωμύλατο
κατεστωμύ̱λατο, καταστωμύλλομαιchatter: aor ind mid 3rd sg
См. также в других словарях:
καταστωμύλλομαι — (Α) 1. φλυαρώ υπερβολικά, πολυλογώ 2. (η μτχ. παθ. παρακμ. ως επίθ.) κατεστωμυλμένος, η, ον φλύαρος, πολυλογάς 3. (το ουδ. πληθ. τής μτχ. παθ. παρακμ. ως ουσ.) τὰ κατεστωμυλμένα πράγματα που έχουν επαναληφθεί φλύαρα πολλές φορές. [ΕΤΥΜΟΛ. <… … Dictionary of Greek
κατεστωμυλμένα — καταστωμύλλομαι chatter perf part mp neut nom/voc/acc pl κατεστωμυλμένᾱ , καταστωμύλλομαι chatter perf part mp fem nom/voc/acc dual κατεστωμυλμένᾱ , καταστωμύλλομαι chatter perf part mp fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατεστωμυλμένον — καταστωμύλλομαι chatter perf part mp masc acc sg καταστωμύλλομαι chatter perf part mp neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατεστωμυλμένε — καταστωμύλλομαι chatter perf part mp masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατεστωμυλμένος — καταστωμύλλομαι chatter perf part mp masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατεστωμύλατο — κατεστωμύ̱λατο , καταστωμύλλομαι chatter aor ind mid 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)