Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

καταθυμέω

См. также в других словарях:

  • καταθύμιον — καταθύ̱μιον , καταθύμιος in the mind masc acc sg καταθύ̱μιον , καταθύμιος in the mind neut nom/voc/acc sg κατᾱθύ̱μιον , καταθυμέω to be cast down imperf ind act 3rd pl (doric aeolic) κατᾱθύ̱μιον , καταθυμέω to be cast down imperf ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καταθυμίοις — καταθῡμίοις , καταθύμιος in the mind masc/neut dat pl καταθυμέω to be cast down pres opt act 2nd sg (doric) καταθῡμίοις , καταθυμέω to be cast down pres opt act 2nd sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καταθυμίων — καταθῡμίων , καταθύμιος in the mind fem gen pl καταθῡμίων , καταθύμιος in the mind masc/neut gen pl καταθυμέω to be cast down pres part act masc nom sg (doric) καταθῡμίων , καταθυμέω to be cast down pres part act masc nom sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατηθύμησε — κατηθύ̱μησε , καταθυμέω to be cast down aor ind act 3rd sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»