Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

καταδακτυλίζειν

См. также в других словарях:

  • καταδακτυλίζειν — καταδακτυλίζω feel with the finger pres inf act (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σιφνιάζω — Α [Σίφνιος] συμπεριφέρομαι σαν Σίφνιος, μιμούμαι τους Σιφνίους («σιφνιάζειν καταδακτυλίζειν διαβέβληνται γὰρ οἱ Σίφνιοι ὡς παιδικοῑς χρώμενοι σιφνιάσαι οὖν τὸ σκιμαλίσαι», Ησύχ.) …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»