Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

κατάρροοι

См. также в других словарях:

  • κατάρροοι — κατάρροος down flowing masc nom/voc pl (epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραπληγικός — και παραπληκτικός, ή, ό / παραπληκτικός, ιων. τ. παραπληγικός, ή, όν, ΝΑ [παραπληγία / παραπληξία] νεοελλ. 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην παραπληγία 2. (και ως ουσ.) άτομο που πάσχει από παραπληγία αρχ. 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»