Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

καρῖδες

См. также в других словарях:

  • καρίδες — κᾱρίδες , καρίς shrimp (Crangon fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Древнемакедонский язык — Страны: Древняя Македония Вымер: к III ве …   Википедия

  • τιμοκαρίδες — αἱ, Α μικρές γαρίδες. [ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. < τιμή + καρίδες «μικρές γαρίδες»] …   Dictionary of Greek

  • μακρόουρα — (macrura). Υπόταξη των δεκαπόδων μαλακοστράκων καρκινοειδών, τα οποία χαρακτηρίζονται από τη μεγάλη και συμμετρική κοιλιά που σκεπάζεται από τον θυρεό. Συνήθως, έχουν μακρύ σώμα, με μακριές αισθητήριες κεραίες και μεγάλο πτερύγιο στην ουρά.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»