Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

καναχός

См. также в других словарях:

  • Κάναχος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καναχός — Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Γλύπτης από τη Σικυώνα (τέλη 6ου – αρχές 5ου αι. π.Χ.). Το υπερφυσικού μεγέθους χάλκινο άγαλμα του Απόλλωνα, στο ιερό των Διδύμων της Μιλήτου, ήταν ένα από τα καλύτερα έργα του. Το άγαλμα μεταφέρθηκε… …   Dictionary of Greek

  • καναχοί — καναχός noisy masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κανάχου — Κάναχος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κανάχῳ — Κάναχος masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καναχά — καναχά̱ , καναχή sharp sound fem nom/voc/acc dual καναχά̱ , καναχή sharp sound fem nom/voc sg (doric aeolic) καναχός noisy neut nom/voc/acc pl καναχά̱ , καναχός noisy fem nom/voc/acc dual καναχά̱ , καναχός noisy fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καναχῶν — καναχέω rang pres part act masc nom sg (attic epic doric) καναχή sharp sound fem gen pl καναχής plashing masc/fem/neut gen pl (attic epic doric) καναχός noisy fem gen pl καναχός noisy masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Kanachos — Kanachos, auch Canachus (griechisch Κάναχος) ist der Name von: Kanachos aus Sikyon, griechischer Bildhauer und Erzbildner des 6./5. Jahrhunderts v. Chr. Kanachos aus Sikyon II, griechischer Bildhauer und Erzbildner des 5./4. Jahrhunderts v.… …   Deutsch Wikipedia

  • καναχή — καναχή, δωρ. τ. καναχά, ἡ (Α) 1. ισχυρός κρότος, θόρυβος, οξύς ήχος αντήχηση 2. (για τα δόντια) τριγμός, τρίξιμο 3. (για τον αυλό και τη φόρμιγγα) ήχος. [ΕΤΥΜΟΛ. Ανάγεται σε ΙΕ ρίζα *kan «ηχώ, τραγουδώ» από όπου και τα λατ. canō «τραγουδώ», αρχ.… …   Dictionary of Greek

  • Πιομπίνο Απόλλων — Ονομασία χάλκινου αγάλματος γυμνού άνδρα που βρέθηκε στη θάλασσα του Πιομπίνο (απέναντι από το νησί Έλβα) το 1832. Έχει ύψος 1,15 μ. Σύμφωνα με μια άποψη το άγαλμα είναι αντίγραφο ενός από τα δύο αγάλματα που φιλοτέχνησε ο Κάναχος για τον ναό του …   Dictionary of Greek

  • Σικυών — I Αρχαία πόλη της βορειοανατολικής Πελοποννήσου, κοντά στο σημερινό Κιάτο (του οποίου ο δήμος ονομάζεται δήμος Σικυώνας· υπάρχει επίσης και σημερινό χωριό με το όνομα Σικυών) στην περιοχή της Σικυωνίας. Η αρχαία Σικυωνία στη βόρεια πλευρά της… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»