Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

καμίνιον

См. также в других словарях:

  • καμίνιον — καμίνιον, τὸ (AM) (υποκορ. τού κάμινος) βλ. καμίνι …   Dictionary of Greek

  • καμίνιον — neut nom/voc/acc sg καμίνιος of masc acc sg καμίνιος of neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καμινίοις — καμίνιον neut dat pl καμίνιος of masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καμινίου — καμίνιον neut gen sg καμίνιος of masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καμινίων — καμίνιον neut gen pl καμίνιος of fem gen pl καμίνιος of masc/neut gen pl καμινίων furnace attendant masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καμινίῳ — καμίνιον neut dat sg καμίνιος of masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καμίνια — καμίνιον neut nom/voc/acc pl καμίνιος of neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καμίνι — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 260 μ., 315 κάτ.) του νομού Θεσπρωτίας. Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του νομού, 47 χλμ. ΝΑ της Ηγουμενίτσας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Παραμυθιάς του νομού Θεσπρωτίας. * * * το (AM καμίνιον) (υποκορ. τού κάμινος)… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»