-
1 Καλαοίδια
Καλαοίδιαneut nom /voc /acc pl -
2 Καλαοίδια
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Καλαοίδια
-
3 καλαοίδια
Grammatical information: f.Meaning: ἀγὼν ἐπιτελούμενος Άρτέμιδι παρὰ Λάκωσιν H.Origin: GR [a formation built with Greek elements]X [probably]Etymology: - Acc. to Fraenkel Glotta 4, 35 univerbation of καλεῖν and ἀείδειν. Rather ιο-derivation of καλαὶ ἀοιδαί.Page in Frisk: 1,761Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > καλαοίδια
-
4 καλαβάς
A v. Καλλαβίς. [full] καλαβοίδια (i.e. καλαϝοίδια), τά, hymns in honour of Artemis, Id. ( καλαβοῦτοι cod.); cf. Καλαοίδια. [full] κᾰλαβρίζω, [full] κᾰλαβρισμός, v. κολαβρ-. [full] καλαβρός· βάρβαρος, Id. [full] καλαβύστας· τοὺς κωλώτας ([place name] Argive), Id.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καλαβάς
-
5 καλαβοῦτοι
Grammatical information: ?Meaning: ἐν τῳ̃ τῆς Δερεάτιδος ἱερῳ̃ Άρτέμιδος ᾳ᾽δόμενοι ὕμνοι H.Origin: XX [etym. unknown]Etymology: On a suggestion of Laum s. Wahrmann Glotta 17, 242f. M. Schmidt suggests reading *καλαβοίδια, s. καλαοίδια.Page in Frisk: 1,759Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > καλαβοῦτοι
См. также в других словарях:
Καλαοίδια — και Καλαβοίδια, τὰ (Α) 1. εορτή τής Αρτέμιδος στη Λακωνική 2. (κατά τον Ησύχ.) «Καλαβοίδια ἐν τῷ τῆς Δερεάτιδος ἱερῷ Ἀρτέμιδος ᾀδόμενοι ὕμνοι». [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Η λ. σχηματίστηκε πιθ. από τη φρ. καλαί ἀοιδαί «ωραία άσματα» + κατάλ. ια,… … Dictionary of Greek
Καλαοίδια — neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)