Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

κέγχρος

См. также в других словарях:

  • κέγχρος — millet masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κέγχρος — ο (ΑΜ κέγχρος) 1. γένος φυτών τής οικογένειας αγρωστώδη, το κεχρί 2. ο καρπός τού φυτού αρχ. 1. καθετί που μοιάζει με κεχρί 2. μικρός κόκκος 3. φλόγωση τού ματιού 4. είδος φιδιού, κεγχρίας* 5. είδος μικρού διαμαντιού. [ΕΤΥΜΟΛ. < Αβέβαιης… …   Dictionary of Greek

  • κέγχρω — κέγχρος millet masc nom/voc/acc dual κέγχρος millet masc gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κέγχροι — κέγχρος millet masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κέγχροις — κέγχρος millet masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κέγχροισι — κέγχρος millet masc dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κέγχρον — κέγχρος millet masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κέγχρου — κέγχρος millet masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κέγχρους — κέγχρος millet masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κέγχρων — κέγχρος millet masc gen pl κέγχρων Aër. masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κέγχρῳ — κέγχρος millet masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»