-
1 θυρώνι
-
2 θυρῶνι
См. также в других словарях:
θυρῶνι — θυρών hall masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 θυρώνι
2 θυρῶνι
θυρῶνι — θυρών hall masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)