Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

θούριος

См. также в других словарях:

  • Θούριος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θούριος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θούριος — Πολεμικό τραγούδι, εμβατήριο. Ονομάζεται και θούριο. Τα βασικά χαρακτηριστικά του είναι ο ηρωικός στίχος και η ορμητική μελωδία. Ο θ. αποβλέπει στην αφύπνιση των συνειδήσεων και στην τόνωση του αγωνιστικού πάθους. Στη νεότερη ελληνική ιστορία… …   Dictionary of Greek

  • θούριος — α, ο πολεμικός, ορμητικός: Θούρια άσματα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Θουρίω — Θούριος masc/neut nom/voc/acc dual Θούριος masc/neut gen sg (doric aeolic) Θούριος neut nom/voc/acc dual Θούριος neut gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θουρίων — Θούριος fem gen pl Θούριος masc/neut gen pl Θούριος neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θούριον — Θούριος masc acc sg Θούριος neut nom/voc/acc sg Θούριος neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θουρίοις — Θούριος masc/neut dat pl Θούριος neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θουρίου — Θούριος masc/neut gen sg Θούριος neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θουρίω — θούριος masc/neut nom/voc/acc dual θούριος masc/neut gen sg (doric aeolic) θουράω rush pres subj act 1st sg (epic doric ionic) θουράω rush pres ind act 1st sg (epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θουρίων — θούριος fem gen pl θούριος masc/neut gen pl θουράω rush pres part act masc nom sg (epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»