Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

θεσπιῳδῷ

См. также в других словарях:

  • θεσπιωδώ — θεσπιῳδῶ, έω (Α) [θεσπιῳδός] είμαι θεσπιῳδός, χρησμοδοτώ, προφητεύω …   Dictionary of Greek

  • θεσπιῳδῶ — θεσπιῳδέω to be a pres subj act 1st sg (attic epic doric) θεσπιῳδέω to be a pres ind act 1st sg (attic epic doric) θεσπιῳδός singing in prophetic strain masc/fem/neut gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεσπιῳδῷ — θεσπιῳδός singing in prophetic strain masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεσπιώδημα — θεσπιῴδημα, τὸ (Μ) [θεσπιῳδώ] μαντική ρήση, προφητεία …   Dictionary of Greek

  • συνθεσπιωδώ — έω, Μ χρησμοδοτώ, προφητεύω μαζί με κάποιον άλλο. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + θεσπιῳδῶ «χρησμοδοτώ, προφητεύω»] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»