-
1 θεραπείησιν
-
2 θεραπείῃσιν
См. также в других словарях:
θεραπείῃσιν — θεραπεία service fem dat pl (epic ionic) θεραπείη service fem dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 θεραπείησιν
2 θεραπείῃσιν
θεραπείῃσιν — θεραπεία service fem dat pl (epic ionic) θεραπείη service fem dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)