Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

θεμιτοῦ

См. также в других словарях:

  • θεμιτοῦ — θεμιτός allowed by the laws of God and men masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νομικό πρόσωπο — Είναι η ένωση προσώπων με σκοπό την πραγματοποίηση ορισμένου θεμιτού σκοπού ή το σύνολο περιουσίας αφιερωμένης στην εξυπηρέτηση ενός επίσης σκοπού, η οποία αποκτάει τη νομική προσωπικότητα, όταν συντρέξουν ορισμένοι όροι και τηρηθεί η διαδικασία… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»