Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

θανατικῶν

См. также в других словарях:

  • θανατικῶν — θανατικός deadly fem gen pl θανατικός deadly masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αγχόνη ή κρεμάλα — Όργανο για την εκτέλεση θανατικών ποινών. Αποτελείται συνήθως από δύο κάθετα δοκάρια σε σχήμα κεφαλαίου γάμα (Γ). Από τη μια άκρη του οριζόντιου δοκαριού κρεμιέται το σκοινί με τη θηλιά, ο βρόχος. O μελλοθάνατος ανεβαίνει σε κινητό βάθρο που… …   Dictionary of Greek

  • ένδεκα — και έντεκα, οι, τα (AM ἕνδεκα, οι, αι, τα) 1. (άκλ. απόλ. αριθμητ.) ποσότητα που αποτελείται από μια δεκάδα και μια μονάδα 2. οἱ ἕνδεκα οι έντεκα μαθητές τού Χριστού μετά την προδοσία τού Ιούδα νεοελλ. φρ. 1. «χαθήκαμε κι οι έντεκα» είμαστε… …   Dictionary of Greek

  • παραστάτης — ο, ΝΜΑ, θηλ. παραστάτις ΜΑ, παραστάτιδα Ν [παρίσταμαι] αυτός που συμπαρίσταται, που στέκεται κοντά για να βοηθήσει κάποιον νεοελλ. 1. αρχιτ. η παραστάδα 2. βοτ. καθένα από τα δύο κύτταρα που βρίσκονται δεξιά και αριστερά τής ωοθήκης τών… …   Dictionary of Greek

  • Γολγοθάς — Τοποθεσία κοντά στην Ιερουσαλήμ, όπου, σύμφωνα με την αφήγηση των Ευαγγελιστών, σταυρώθηκε ο Ιησούς Χριστός. Η λέξη ερμηνεύεται από τους Ευαγγελιστές ως κρανίου τόπος και προέρχεται από την εβραϊκή λέξη γολγολέθ που σημαίνει κρανίο. Η ονομασία… …   Dictionary of Greek

  • Δήλια — Γιορτή αφιερωμένη στη μνήμη της γέννησης του Απόλλωνα και της Άρτεμης που γινόταν στο νησί Δήλος. Στη γιορτή αυτή συμμετείχαν πολλές θεωρίες (αντιπροσωπείες) από ελληνικές πόλεις, ιδίως ιωνικές. Σπουδαιότερη όμως από τις θεωρίες της Δήλου ήταν… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»