-
1 ζίλαι
A v. ζελᾶς. [full] ζινίχιον, τό, shoe-latchet, Suid. [full] ζιτᾶνα· καταπύγονα, Hsch. [full] ζίφυιος, Elean for δίφ-. [full] ζίω, = ζητέω, EM411.51: ζίεται· ζητεῖται, ibid., Hsch. [full] ζμαράγδινος, v. σμαρ-. [full] ζμάω, v. σμάω. [full] ζμῆμα, v. σμῆμα. [full] ζμιρριεῖα, τά, emery, IG12(8).51.20 (Imbros, ii B.C.); cf. σμύρις. [full] ζμύρνη, [full] ζμύρνινος, etc., v. σμύρν-. [full] ζόα, [full] ζόη, [full] ζοτα, v. ζωή. [full] ζόασον· σβέσον, Hsch. [full] ζοός, v. ζωός. [full] ζορκάς, άδος, and ζόρξ, ζορκός, ἡ, v. δορκάς. [full] ζούγωνερ, [dialect] Lacon. for ζύγωνες, ploughing oxen, Id. [full] ζούϊον ἢ ζοῦον θηρίον, ἢ ἐρυσίπελας, Id. (Prob. Thess. for ζῷον.) [full] ζούσθω· ζωννύσθω, Id. (Prob. Thess.)
См. также в других словарях:
ζμαράγδινος — η, ο (Α ζμαράγδινος, ίνη, ον) σμαράγδινος* … Dictionary of Greek