-
1 ζηλοτυπείσθαι
-
2 ζηλοτυπεῖσθαι
См. также в других словарях:
ζηλοτυπεῖσθαι — ζηλοτυπέω to be jealous of pres inf mp (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 ζηλοτυπείσθαι
2 ζηλοτυπεῖσθαι
ζηλοτυπεῖσθαι — ζηλοτυπέω to be jealous of pres inf mp (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)