Перевод: со всех языков на русский

с русского на все языки

εὔ-θοινος

См. также в других словарях:

  • σύνθοινος — ον, Α μέτοχος σε γεύμα, σε δείπνο. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + θοινος (< θοίνη «γεύμα, συμπόσιο»), πρβλ. εὔ θοινος] …   Dictionary of Greek

  • φιλόθοινος — ον, Α αυτός που τού αρέσουν τα γεύματα, οι διασκεδάσεις. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + θοινος (< θοίνη «γεύμα, συμπόσιο»), πρβλ. εὔ θοινος] …   Dictionary of Greek

  • πάνθοινος — οίνη, ον, θηλ. και ος, Α γεμάτος με κάθε είδους εδέσματα, πλουσιοπάροχος («πανθοίνοισι τραπέζαις», Οππ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < παν * + θοίνη «συμπόσιο, δείπνο» (πρβλ. εύ θοινος)] …   Dictionary of Greek

  • πρωτοθοινία — ἡ, Α (κατά τον Πολυδ.) η λήψη τής πρώτης μερίδας σε γεύμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < πρωτ(ο) * + θοινία (< θοινος < θοίνη «ευωχία, γεύμα»)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»