Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

εὔβοτρυς

См. также в других словарях:

  • εύβοτρυς — εὔβοτρυς, υ (Α) αυτός που έχει άφθονα σταφύλια. [ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + βότρυς] …   Dictionary of Greek

  • εὔβοτρυς — rich in grapes masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὔβοτρυν — εὔβοτρυς rich in grapes masc/fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βότρυς — Το σταφύλι· το σύνολο των ρωγών του σταφυλιού μαζί με τον μίσχο που τις συγκρατεί· το τσαμπί. Στα χρόνια του Βυζαντίου, β. ονομαζόταν η πολυποίκιλτη στολή των βυζαντινών αυτοκρατόρων. (Βοτ.) Β. ονομάζεται ένας τύπος ανθοταξίας, δηλαδή διάταξης… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»