Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

εὑώνυμος

См. также в других словарях:

  • εὐώνυμος — of good name masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ευώνυμος — (evonymus). Γένος θάμνων ή αναρριχώμενων φυτών, αείφυλλων ή φυλλοβόλων, της οικογένειας των δικοτυλήδονων κηλαστριδών, ιθαγενών της Ιαπωνίας. Η οικογένεια περιλαμβάνει περίπου 125 είδη του βόρειου ημισφαιρίου, της ανατολικής Ασίας και της… …   Dictionary of Greek

  • εὐωνύμως — εὐώνυμος of good name adverbial εὐώνυμος of good name masc/fem acc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐώνυμον — εὐώνυμος of good name masc/fem acc sg εὐώνυμος of good name neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐωνύμοις — εὐώνυμος of good name masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐωνύμου — εὐώνυμος of good name masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐωνύμους — εὐώνυμος of good name masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐωνύμων — εὐώνυμος of good name masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐωνύμῳ — εὐώνυμος of good name masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐώνυμα — εὐώνυμος of good name neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐώνυμε — εὐώνυμος of good name masc/fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»