Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

εὐχωλή

См. также в других словарях:

  • ευχωλή — εὐχωλή, ἡ (Α) (επικ. τ.) 1. ευχή, δέηση, τάξιμο, υπόσχεση για θυσία ή αφιέρωση 2. μεγαλαυχία, κομπορρημοσύνη 3. αιτία για καυχησιολογία, καμάρι 4. θριαμβευτική επιφώνηση («εὐχωλὴ πέλεν ἀνδρῶν ὀλλύντων τε καὶ ὀλλυμένων», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. <… …   Dictionary of Greek

  • εὐχωλῇ — εὐχωλή prayer fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐχωλή — prayer fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐχωλαῖς — εὐχωλή prayer fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐχωλαῖσι — εὐχωλή prayer fem dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐχωλαί — εὐχωλή prayer fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐχωλῆς — εὐχωλή prayer fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐχωλῇς — εὐχωλή prayer fem dat pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐχωλῇσι — εὐχωλή prayer fem dat pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐχωλῇσιν — εὐχωλή prayer fem dat pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐχωλέων — εὐχωλή prayer fem gen pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»