Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

εὐσυναλλαξία

См. также в других словарях:

  • εὐσυναλλαξία — εὐσυναλλαξίᾱ , εὐσυναλλαξία fair dealing fem nom/voc/acc dual εὐσυναλλαξίᾱ , εὐσυναλλαξία fair dealing fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ευσυναλλαξία — εὐσυναλλαξία, ἡ (Α) [ευσυνάλλακτος] η ευθύτητα, η εντιμότητα στις συναλλαγές …   Dictionary of Greek

  • εὐσυναλλαξίας — εὐσυναλλαξίᾱς , εὐσυναλλαξία fair dealing fem acc pl εὐσυναλλαξίᾱς , εὐσυναλλαξία fair dealing fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐσυναλλαξίαν — εὐσυναλλαξίᾱν , εὐσυναλλαξία fair dealing fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»