Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

εὐσεβίη

См. также в других словарях:

  • εὐσεβίη — εὐσέβεια reverence towards the gods fem nom/voc sg (epic ionic) εὐσεβία fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐσεβίῃ — εὐσέβεια reverence towards the gods fem dat sg (epic ionic) εὐσεβία fem dat sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ευσέβεια — Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ε. η μάρτυρας. Μαρτύρησε με τη Σωσάννα. Η μνήμη της τιμάται στις 7 Ιουνίου. 2. Η αποκαλούμενη και Ξένη. Η μνήμη της τιμάται στις 18 Ιανουαρίου. * * * η (ΑΜ εὐσέβεια, Α και εὐσεβία και εὐσεβίη)… …   Dictionary of Greek

  • ευσεβία — εὐσεβία και εὐσεβίη, ἡ (Α) [ευσεβής] βλ. ευσέβεια …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»