-
1 ευρυαλος
См. также в других словарях:
ευρωπός — I Αρχαία πόλη που ίδρυσαν οι Μακεδόνες. Βλ. λ. Δούρα. II Πεδινή κωμόπολη (υψόμ. 80 μ., 2.425 κάτ.) στην πρώην επαρχία Παιονίας του νομού Κιλκίς. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου. * * * εὐρωπός, ή, όν (ΑΜ) ευρύς («ἐν εὐρωποῑσιν ἁλὸς λαγόνεσσι»,… … Dictionary of Greek