-
1 εὐρυ-βόας
-
2 εὐρυβόας
A far-shouting, loud-shouting, Lib.Decl.43.74.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > εὐρυβόας
-
3 εὐρυβόας
εὐρυ-βόας, ὁ, der Weitschreiende
См. также в других словарях:
ευρυβόας — εὐρυβόας, ό (ΑΜ) αυτός τού οποίου η φωνή ακούγεται μακριά. [ΕΤΥΜΟΛ. < ευρυ *. + βοας (< βοή), πρβλ. καλλι βόας, μελι βόας] … Dictionary of Greek
Βραζιλία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Βραζιλίας Έκταση: 8.547.404 τ.χλμ Πληθυσμός: 174.468.575 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Μπραζίλια (2.043.169 κάτ. το 2000)Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τη Γαλλική Γουιάνα (ΒΑ), το Σουρινάμ,… … Dictionary of Greek
Κολομβία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κολομβίας Έκταση: 1.141.748 τ. χλμ. Πληθυσμός: 42.492.326 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Μπογκοτά (6.712.247 κάτ. το 2002)Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον Παναμά, στα Α με τη Βενεζουέλα και τη Βραζιλία … Dictionary of Greek