-
1 εὐπαράτρεπτος
εὐπαρά-τρεπτος, ον,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > εὐπαράτρεπτος
Перевод: с греческого на английский
с английского на греческий- С английского на:
- Греческий
- С греческого на:
- Английский
1 εὐπαράτρεπτος
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > εὐπαράτρεπτος