-
1 ευνοής
-
2 εὐνοῇς
-
3 ευνόης
-
4 εὐνόης
См. также в других словарях:
εὐνοῇς — εὐνοέω to be well inclined pres subj act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εὐνόης — εὐνοέω to be well inclined imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δύμας — Μυθολογικό πρόσωπο. Η μυθολογική παράδοση τον αναφέρει ως βασιλιά της Φρυγίας, γιο του Ηιονέα και πατέρα του Ασίου και της Εκάβης. Σύμφωνα με τον Φερεκύδη, η Εκάβη ήταν κόρη του Δ. και της νύμφης Ευνόης, ενώ σύμφωνα με μία άλλη εκδοχή, ήταν κόρη… … Dictionary of Greek