Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

εὐνόης

См. также в других словарях:

  • εὐνοῇς — εὐνοέω to be well inclined pres subj act 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐνόης — εὐνοέω to be well inclined imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Δύμας — Μυθολογικό πρόσωπο. Η μυθολογική παράδοση τον αναφέρει ως βασιλιά της Φρυγίας, γιο του Ηιονέα και πατέρα του Ασίου και της Εκάβης. Σύμφωνα με τον Φερεκύδη, η Εκάβη ήταν κόρη του Δ. και της νύμφης Ευνόης, ενώ σύμφωνα με μία άλλη εκδοχή, ήταν κόρη… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»