-
1 ευνέτιδας
-
2 εὐνέτιδας
См. также в других словарях:
εὐνέτιδας — εὐνέτις fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 ευνέτιδας
2 εὐνέτιδας
εὐνέτιδας — εὐνέτις fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)