-
1 ευθυβολήσαι
-
2 εὐθυβολῆσαι
См. также в других словарях:
εὐθυβολῆσαι — εὐθυβολέω throw forward aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 ευθυβολήσαι
2 εὐθυβολῆσαι
εὐθυβολῆσαι — εὐθυβολέω throw forward aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)