-
1 είβον
εἴβωdrop: pres part act masc voc sgεἴβωdrop: pres part act neut nom /voc /acc sgεἴβωdrop: imperf ind act 3rd pl (homeric ionic)εἴβωdrop: imperf ind act 1st sg (homeric ionic) -
2 εἶβον
εἴβωdrop: pres part act masc voc sgεἴβωdrop: pres part act neut nom /voc /acc sgεἴβωdrop: imperf ind act 3rd pl (homeric ionic)εἴβωdrop: imperf ind act 1st sg (homeric ionic) -
3 εἴβω
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > εἴβω
См. также в других словарях:
εἶβον — εἴβω drop pres part act masc voc sg εἴβω drop pres part act neut nom/voc/acc sg εἴβω drop imperf ind act 3rd pl (homeric ionic) εἴβω drop imperf ind act 1st sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Στράτφορντ-ov-Έιβον — (Stratford on Avon). Πόλη (περ. 22.000 κάτ.) της Μ. Βρετανίας στην κομητεία Ουώρικ της Αγγλίας χτισμένη στη δεξιά όχθη του ποταμού Έιβον. Διαθέτει εμπόριο γεωργικών προϊόντων και βιομηχανίες τροφίμων, ξυλείας, χημικών προϊόντων και γυαλιού. Είναι … Dictionary of Greek
Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek
Γουόρικ — (Warwick). Πόλη (125.758 κάτ. το 2001) της κεντρικής Αγγλίας, στην κομητεία Γουόρικσαϊρ (Warwickshire). Είναι χτισμένη σε απόσταση 30 χλμ. από το Μπέρμιγχαμ, πάνω στον ποταμό Έιβον. Πρόκειται για τουριστικό κέντρο, με βιομηχανίες μηχανοκατασκευών … Dictionary of Greek
Κέλτες — Λαός της κεντρικής Ευρώπης, ο οποίος, από τη 2η χιλιετία π.Χ., άρχισε να μεταναστεύει σε διάφορες περιοχές της Ευρώπης. Οι Κ., έπειτα από αλλεπάλληλες μεταναστεύσεις, έφτασαν στην Ιβηρική χερσόνησο, στα Βρετανικά νησιά και στην Ιταλία (κατάληψη… … Dictionary of Greek
μπρίστολ — I (Bristol). Πόλη (399.243 κάτ.) της νοτιοδυτικής Αγγλίας, στην κομητεία Γκλάστερ, 175 χλμ. Δ του Λονδίνου, κατά μήκος του κατώτερου ρου του ποταμού Έιβον. Ιδρύθηκε πιθανώς τον 6o αι. μ.Χ. και μέχρι τον Μεσαίωνα ήταν σημαντικό λιμάνι· από εκεί… … Dictionary of Greek
φεστιβάλ — Αγγλικός όρος που χρησιμοποιείται διεθνώς και χαρακτηρίζει μια σειρά εκδηλώσεων, με χαρακτήρα συνήθως περιοδικό, μουσικού, θεατρικού και κινηματογραφικού περιεχομένου. Ο όρος προέρχεται από τη μεσαιωνική λατινική λέξη Festivalis, που υιοθετήθηκε… … Dictionary of Greek
Καναδάς — I Επίσημη ονομασία: Καναδάς Έκταση: 9.970.610 τ. χλμ. Πληθυσμός: 30.007.094 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Οτάβα (827.898 κάτ. το 2001)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Ν με τις ΗΠΑ και στα Δ με την πολιτεία Αλάσκα των ΗΠΑ. Βρέχεται στα Β από… … Dictionary of Greek
Κόβεντρι — (Coventry). Πόλη (302.514 κάτ. το 1994) της Μεγάλης Βρετανίας, στη μητροπολιτική κομητεία των Δυτικών Μίντλαντς, στην κεντρική Αγγλία. Βρίσκεται χτισμένη πάνω σε ένα ύψωμα, κοντά στη δεξιά όχθη του ποταμού Έιβον. Με αρχικό οικοδομικό πυρήνα ένα… … Dictionary of Greek
Μακ Γκόβερν, Τζορτζ Στάνλεϊ — (George Stanley McGovern, Έιβον, Νότια Ντακότα 1922 –). Αμερικανός πανεπιστημιακός και πολιτικός. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο Γουέσλιαν του Μίτσελ και κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου υπηρέτησε στην πολεμική αεροπορία των ΗΠΑ, ως πιλότος… … Dictionary of Greek
Μπερτ, Σίριλ — (Sir Cyril Burt, Στράτφορντ ον Έιβον 1883 – 1971). Άγγλος ψυχολόγος. Αποφοίτησε από την φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Δίδαξε αρχικά στα πανεπιστήμια του Λίβερπουλ και του Κέιμπριτζ και στη συνέχεια στο πανεπιστημιακό Κολέγιο… … Dictionary of Greek