-
1 εἴς-θεσις
-
2 ἐπ-είς-θεσις
ἐπ-είς-θεσις, ἠ, der Eingang, Aufgang, Schol. Ar. Equ. 381.
-
3 παρά-θεσις
παρά-θεσις, ἡ, 1) das Daneben- od. Dabeisetzen; ὀνομάτων, Pol. 3, 36, 3; Ggstz von κρᾶσις, D. L. 7, 151 aus Chrysipp.; der Zusatz, Sp. – Auch das Danebengesetztsein, die Nachbarschaft, τῆς πόλεως, Pol. 24, 5, vgl. 2, 17, 3, öfter; – das Danebenstellen, um zu vergleichen, die Vergleichung, καὶ σύγκρισις, Pol. 16, 29, 5; ἐκ παραϑέσεως, 3, 62, 11, öfter. – Bei Plut. Symp. 2, 4 eine Art des Ringens in der Palästra. – Bei den Gramm. das Nebeneinanderstellen, im Ggstz der eigentlichen Zusammensetzung, σύνϑεσις, oft in den Scholl.; Ggstz von ἕνωσις, S. Emp. adv. geom. 61. – 2) das Vorgesetzte, das vorgesetzte Gericht; Pol. 31, 4, 5; Ath. XIV, 664 c. – 3) das schriftliche Anführen, die Auseinandersetzung, Denkschrift, Sp.; bes. Anführen von Beweisstellen, Citaten; übh. Vorrath, Niederlage, αἱ εἰς τὰ στρατόπεδα παραϑέσεις Pol. 2, 15, 3, καὶ ϑησαυροί 26, 7, 7; Folgde; – αἱ τῶν φίλων παραϑέσεις, die Vorstellungen, der Rath, Pol. 9, 22, 10, vgl. 26, 1; Empfehlung, Sp.
-
4 εἴςθεσις
εἴς-θεσις, ἡ, das Hineinsetzen, Philo: der Anfang, Eingang -
5 ἐπείςθεσις
ἐπ-είς-θεσις, ἠ, der Eingang, Aufgang -
6 αὐτ-άρκης
αὐτ-άρκης, αὔταρκες, sich selbst genügend, der keines Anderen, keine Unterstützung bedarf, αὐτάρκης καὶ τελεώτατος ϑεός Plat. Tim. 68 e; αὐτὸς αὑτῷ αὐτ. Rep. III, 387 d; Ggstz πολλῶν ἐνδεής II, 369 b; vgl. Tim. 33 d; εἴς τι Polit. 271 d, wie Thuc. 2, 36; πρὸς εὐδαιμονίαν Plat. Def. 413 e; πρὸς πᾶσαν περίστασιν Pol. 3, 31; τὸ αὔτ. = αὐτάρκεια Arist. Nic. Eth. 1, 7, 6; vgl. Aesch. Ch. 746; χώρα, den nöthigen Unterhalt darreichend, Isocr. 4. 42; χώρα αὐτ. ταῖς πρὸς τὸν πόλεμον παρασκευαῖς Pol. 5, 55; ϑέσις αὐτ., eine Lage, die den Staat unabhängig macht, Thuc. 1, 37; σῶμα, vollkommen, stark, Her. 1, 32; βοά Soph. O. C. 1060; αὐτάρκεις κτήσασϑαι Xen. Cyr. 4, 3, 4. – Adv. αὐταρκέστατα ζῆν, ganz zufrieden leben, Xen. Mem. 1, 2, 14.
См. также в других словарях:
θέση — Η τοποθέτηση ενός πράγματος ή γνώμη για κάποιο θέμα. (Moυσ.) Όρος της αρχαίας και της σύγχρονης μετρικής και μουσικής. Στη μετρική, θ. ονομάζεται το ισχυρό μέρος του μέτρου, το οποίο τονίζεται, σε αντίθεση με το ασθενές που δεν τονίζεται και… … Dictionary of Greek
ИЕРОНИМ I — [греч. ῾Ιερώνυμος; в миру Иероним Коцонис, греч. ῾Ιερώνυμος Κοτσώνης] (1905, с. Истерния, о в Тинос, Греция 15.11.1988, там же), архиеп. Афинский и всей Эллады (1967 1973). Происходил из бедной семьи; отец И. моряк, скончался за 3 месяца до его… … Православная энциклопедия
Konstantinos Plevris — Konstantinos A. Plevris ( gr. Κωνσταντίνος Α. Πλεύρης) is an attorney of law of the Greek Supreme Court and controversial Greek nationalist author. Over the course of decades he has authored dozens of books relating to Greek history, Greek… … Wikipedia
τίθημι — ΝΜΑ (μέσ. παθ.) τίθεμαι τοποθετούμαι νεοελλ. (κυρίως σε φρ.) α) «τίθεμαι επικεφαλής» i) μπαίνω πρώτος στη σειρά ii) μτφ. γίνομαι αρχηγός, προΐσταμαι β) «τίθεμαι επί ποδός» δραστηριοποιούμαι, κινητοποιούμαι γ) «τίθεμαι επί το έργον» καταπιάνομαι… … Dictionary of Greek
θέτω — (Μ θέτω) 1. τοποθετώ 2. προτείνω, υποβάλλω («θέτω όρους») 3. βάζω κάποιον να ξαπλώσει, τόν βάζω στο κρεβάτι νεοελλ. 1. παραδέχομαι, θεωρώ («τό θέτω ως ζήτημα αρχής») 2. ιδρύω, καθιερώνω («θέτω βραβείο») 3. φρ. α) «θέτω σε ενέργεια» αρχίζω να… … Dictionary of Greek
ριζοβουνοθεσίαι — αἱ, Μ τοποθεσίες κοντά στους πρόποδες τών βουνών («εἰς παράπλαγα, ριζοβουνοθεσίας», Λιβ. Ρόδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ῥίζα + βουνό + θέσις + κατάλ. ία] … Dictionary of Greek
φυλακή — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 100 μ.), στην πρώην επαρχία Αποκορώνου, του νομού Χανίων. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (4 τ. χλμ.), στον οποίο ανήκει και άλλος ένας οικισμός, τα Δράμια (υψόμ. 50 μ.). * * * η, ΝΜΑ, και ιδιωμ. τ. φλακή Ν [φύλαξ, ακος]… … Dictionary of Greek