-
1 εἰκοσα-ετής
εἰκοσα-ετής, ές, od. εἰκοσαέτης, Poll. 1, 56; εἰκοσαέτεος Her. 1, 136; zwanzigjährig; χρόνος Plut. cons. Apoll. p. 347.
-
2 ἑπτα-και-εικοσα-ετής
ἑπτα-και-εικοσα-ετής, ές, siebenundzwanzigjährig, D. Hal. 4, 7. 10, 36.
-
3 εἰκοσα-ετίς
εἰκοσα-ετίς, ίδος, ἡ, fem. zu - ετής, Plat. Rep. V, 360 e.
-
4 εἰκοσαετής
A of twenty years,παῖς Hdt.1.136
;χρόνος Plu.2.113d
, Wilcken Chr. 41 iii 21 (iii A.D.):—better [full] εἰκοσιετής, fem. - ετίς, Pl.R. 460e, D.C. 55.9;ϝικατιϝέτιες IG7.3068
(Lebad.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > εἰκοσαετής
-
5 εἰκοσαετής
-
6 ἑπτακαιεικοσαετής
ἑπτα-και-εικοσα-ετής, ές, siebenundzwanzigjährig
Перевод: с греческого на все языки
со всех языков на греческий- Со всех языков на:
- Греческий
- С греческого на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий