-
1 εφορεια
ἡ эфорство, должность эфора Xen., Arst. -
2 εφορεία
η1) инспекция (учреждение);(οίκονομική) εφορεία — финансовая инспекция;
2) см. εποπτεία;3) попечительство; 4):εφορεία υλικού πολέμου — воен, материально-технический отдел
-
3 εφορια
-
4 εφορία
η см. εφορεία
См. также в других словарях:
ἐφορεία — ἐφορείᾱ , ἐφορεία office of ephor fem nom/voc/acc dual ἐφορείᾱ , ἐφορεία office of ephor fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐφορείᾳ — ἐφορείᾱͅ , ἐφορεία office of ephor fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εφορεία — και εφορία, η (ΑΜ ἐφορεία και ἐφορία) επίβλεψη, εποπτεία, επόπτευση, επιστασία νεοελλ. 1. αρχή ή υπηρεσία που ασκεί εποπτεία, επίβλεψη σε κάτι («εφορεία αρχαιοτήτων» «σχολική εφορεία»), 2. κρατική υπηρεσία που έχει έργο τη βεβαίωση τών φόρων και… … Dictionary of Greek
εφορεία — η νομικό πρόσωπο υπεύθυνο για τη διαχείριση περιουσίας: Εφορεία Δημοσίων Κτημάτων. – Εφορεία Υλικού Πολέμου. – Eφορεία Bυζαντινών Aρχαιοτήτων … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἐφορεῖα — ἐφορεῖον office neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐφορείας — ἐφορείᾱς , ἐφορεία office of ephor fem acc pl ἐφορείᾱς , ἐφορεία office of ephor fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐφορείαν — ἐφορείᾱν , ἐφορεία office of ephor fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Handakas — Héraklion Héraklion (el) Ηράκλειο Administration Pays … Wikipédia en Français
Handax — Héraklion Héraklion (el) Ηράκλειο Administration Pays … Wikipédia en Français
Heraklion — Héraklion Héraklion (el) Ηράκλειο Administration Pays … Wikipédia en Français
Héraklion — 35° 20′ 00″ N 25° 00′ 48″ E / 35.33333, 25.013333 … Wikipédia en Français