Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

επιστημονικό

См. также в других словарях:

  • Αρχαιολογική Εταιρεία — Επιστημονικό σωματείο που ιδρύθηκε στην Αθήνα στις 7 Ιανουαρίου 1837, με σκοπό να βοηθήσει στις ανασκαφές και στην καλή συντήρηση των αρχαιοτήτων στην Ελλάδα. Ο οργανισμός έπαψε να λειτουργεί από το 1853 έως το 1858, οπότε και επανασυστάθηκε. Η Α …   Dictionary of Greek

  • Αγρονομικό Ινστιτούτο — Επιστημονικό ίδρυμα που ασχολείται με τα γεωργικά προβλήματα. Το ίδρυμα διαθέτει ειδικευμένο προσωπικό για τα ζητήματα της γεωργίας και γενικά της γεωπονικής επιστήμης. Το προσωπικό ρυθμίζει το σύστημα καλλιέργειας που πρέπει να εφαρμοστεί σε μια …   Dictionary of Greek

  • Βυζαντινοσλαβικά — Επιστημονικό περιοδικό βυζαντινών σπουδών που εκδόθηκε στην Πράγα το 1929 από τη Βυζαντινολογική Επιτροπή του Σλαβικού Ινστιτούτου της Ακαδημίας Επιστημών της Τσεχίας …   Dictionary of Greek

  • Γεωδυναμικό ή Σεισμολογικό Ινστιτούτο Αστεροσκοπείου Αθηνών — Επιστημονικό ινστιτούτο το οποίο ιδρύθηκε το 1893 με την ονομασία Σεισμολογική Υπηρεσία. Απέκτησε τον πρώτο του σεισμογράφο το 1898 και τον αντικατέστησε με ένα αξιόπιστο οριζόντιο σεισμόμετρο δύο συνιστωσών μόλις το 1910. Δεύτερο οριζόντιο… …   Dictionary of Greek

  • Ινστιτούτο Αιγύπτου — Επιστημονικό ίδρυμα, που συστάθηκε στην Αίγυπτο από τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη, με τα 36 μέλη της Επιτροπής Επιστημών και Τεχνών, που έφερε μαζί του το 1798. Το Ι.Α. συγκέντρωσε πολύτιμο υλικό, που δημοσιεύτηκε στα Υπομνήματα γιατην Αίγυπτο (Παρίσι …   Dictionary of Greek

  • Ινστιτούτο Βενετίας — Επιστημονικό ελληνικό ίδρυμα για την προώθηση των βυζαντινών και των μεταβυζαντινών σπουδών, με έδρα τη Βενετία. Ιδρύθηκε με τον νόμο 1766/1951, μετά την υπογραφή της ελληνοϊταλικής συμφωνίας της 21ης Σεπτεμβρίου 1948. Η επιστημονική εποπτεία του …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • επιστημονική φαντασία — Αφηγηματικό είδος (διηγήματα, μυθιστορήματα, ποιήματα, ύλη ειδικών περιοδικών, ταινίες, βιντεοπαιχνίδια) που αντανακλά τις φανταστικές ή αληθοφανείς θεωρίες οι οποίες στηρίζονται σε έναν ορισμένο τύπο επιστημονικών προφητειών και έχουν ως… …   Dictionary of Greek

  • Karyotakismus — (griechisch Kαρυωτακισμός, abgeleitet vom Namen des Dichters Kostas Karyotakis) ist in der neugriechischen Literaturgeschichte die Bezeichnung für das hauptsächlich von 1928 bis 1938 aufgetretene Phänomen, dass zahlreiche, vor allem junge,… …   Deutsch Wikipedia

  • Cadastre de Grèce — Le Cadastre de Grèce (registre foncier) est un dossier complet, unifié, systématique et actualisé en permanence de la propriété hypothécaire. Il comprend la description géométrique et la propriété de chaque parcelle. En Grèce, le cadastre… …   Wikipédia en Français

  • Ευρώπη — I Μία από τις πέντε ηπείρους. Είναι το μικρότερο τμήμα του κόσμου μετά την Αυστραλία και την Ωκεανία. Από μία άποψη θα μπορούσε να θεωρηθεί το ακραίο δυτικό τμήμα της Ασίας, της οποίας αποτελεί τη φυσική προέκταση. Πράγματι, δεν υπάρχουν φυσικά… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»