-
1 εξαγριαινω
раздражать, возбуждать(λόγοις καὴ ᾠδαῖς Plat.; τινὰ πρός τινα Plut.)
; med.-pass. приходить в возбужденное состояние, раздражаться(ὑπό τινος Plat. и περί τι Arst.)
-
2 εξαγριοω
(τόπος ἐξηγριωμένος Isocr., Aeschin.; πηλοῖς καὴ ὕλαις Plut.)
См. также в других словарях:
εξαγριαίνω — ἐξαγριαίνω (AM) [αγριαίνω] 1. εξαγριώνω, εξοργίζω 2. αγριεύω, οξύνομαι … Dictionary of Greek
ἐξαγριαίνει — ἐξαγριαίνω make savage pres ind mp 2nd sg ἐξαγριαίνω make savage pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξαγριαίνοντα — ἐξαγριαίνω make savage pres part act neut nom/voc/acc pl ἐξαγριαίνω make savage pres part act masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξαγριαίνουσιν — ἐξαγριαίνω make savage pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) ἐξαγριαίνω make savage pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξηγρίαινον — ἐξαγριαίνω make savage imperf ind act 3rd pl (attic epic ionic) ἐξαγριαίνω make savage imperf ind act 1st sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξαγριαινομένη — ἐξαγριαίνω make savage pres part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξαγριαινόμενα — ἐξαγριαίνω make savage pres part mp neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξαγριαίνειν — ἐξαγριαίνω make savage pres inf act (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξαγριαίνεσθαι — ἐξαγριαίνω make savage pres inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξαγριαίνεται — ἐξαγριαίνω make savage pres ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξαγριαίνονται — ἐξαγριαίνω make savage pres ind mp 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)