-
1 ενότητα
[-ης (-ητος)] η1) единство (в разн. знач);εθνική ενότητα — национальное единство;
ενότητα δράσης — единство действий;
ενότητα θεωρίας και πράξεως — единство теории и практики;
ενότητα τόπου και χρόνου — театр, единство места и времени;
ενότητα των αντιθέσεων — филос, единство противоположностей;
2) связность; логическая последовательность;ο λόγος του δεν έχει ενότητα — его речь бессвязна
-
2 ενότητα
[энотита] ουσ θ единство, объединение. -
3 ενοτης
-
4 κατανταω
1) приходить, доходить, подходить, прибывать(εἰς τὰ βασίλεια, ἐπὴ τέν κοίτην, πρὸς ὄρος Diod.; εἰς λιμένας τινάς Arst.; ἀντικρὺ Χίου NT.)
κ. εἰς ἑαυτούς Polyb. — встретиться друг с другом;κ. ἐπὴ τὸν ὅρκον Diod. — давать клятву (досл. доходить до клятвы)2) ( в речи) доходить, договариваться(ἐπὴ λογισμοὺς τοιούτους Polyb.)
3) достигать(εἰς τέν ἑνότητα, εἴς τινα NT.)
4) доживать(τὰ τέλη τῶν αἰώνων NT.)
5) грам. сочетаться, строитьсяκ. εἰς δοτικήν — образовать конструкцию с дательным падежом
6) происходить, случатьсяπότε καὴ πῶς καὴ ποῦ καταντήσει Polyb. — (знать) когда, как и где (что-л.) произойдет
-
5 μορφή
η1) форма; вид, образ, облик;εξωτερική μορφή — внешний вид;
συμπαθητική μορφή — симпатичный вид;
αποκρουστική (απαίσια) μορφή — отталкивающий (отвратительный) вид;
δίνω μορφή — придавать форму;
παίρνω τη μορφή — принимать форму, облик;
2) перен. форма; вид:; тип;μορφή διακυβερνήσεως — форма правления;
μορφές πάλης — формы борьбы;
3) филос., лит. иск. форма;καλλιτεχνική μορφή — художественная форма;
η ενότητα μορφής και περιεχομένου — единство формы и содержания;
§ με τη μορφ — в виде (чего-л.);
οία η μορφή τοιαύτη και η ψυχή — или δες μορφή και δες ψυχή — лицо — зеркало души
-
6 οργανικός
η, ό[ν]1) органический;οργανική ανάγκη — органическая потребность;
οργανική ενότητα — органическое единство;
οργανικές αλλοιώσεις — органические изменения;
οργανικές ουσίες хим. — органические вещества;
2) инструментальный;οργανική μουσική — инструментальная музыка;
§ οργανική θέση — штатная должность
См. также в других словарях:
ενότητα — η 1. το να είναι δύο ή περισσότερα πράγματα ένα και το αυτό, το να αποτελούν σύνολο αδιαίρετο: Η ενότητα των εθνικών πόθων. 2. η μη διάσπαση της συνέχειας: Η ενότητα του χρόνου. 3. η λογική ακολουθία: Τα λόγια του δεν έχουν ενότητα. 4.… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ενότητα — η (AM ἑνότης) [εις, ενός] το να αποτελούν πολλά πρόσωπα ή πράγματα ένα ενιαίο σύνολο νεοελλ. 1. λογική ακολουθία 2. συντονισμός 3. λογοτ. η ιδιότητα ενός καλλιτεχνικού έργου να παρουσιάζει με ξεχωριστά στοιχεία ένα ενιαίο και αρμονικό όλο 4.… … Dictionary of Greek
ἑνότητα — ἑνότης unity fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ελλάδα - Θρησκεία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ Το περιεχόμενο της θρησκείας που επικράτησε στον ελλαδικό χώρο κατά την Παλαιολιθική εποχή δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί επακριβώς. Τα λιγοστά και δυσεξιχνίαστης σημασίας ευρήματα δεν βοηθούν προς την κατεύθυνση αυτή … Dictionary of Greek
Lesbos — Gemeinde Lesbos Δήμος Λέσβου … Deutsch Wikipedia
Verwaltungsgliederung von Lesbos — Die Gemeinde Lesvos (griechisch Δήμος Λέσβου) wurde auf Grund des Kallikratis Programms aus den dreizehn Vorgängergemeinden der griechischen Insel Lesvos zum, 1. Januar, 2011 gebildet. Sie umfasst die gesamte Insel, Verwaltungssitz ist die… … Deutsch Wikipedia
Rhodos — Gemeinde Rhodos Δήμος Ρόδου (Ρόδος) … Deutsch Wikipedia
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… … Dictionary of Greek
Verwaltungsgliederung der Gemeinde Agrinio — Die griechische Gemeinde Agrinio gliedert sich seit der Verwaltungsreform 2010 in zehn Gemeindebezirke (die den Gemeinden bis 2010 entsprechen), diese wiederum gliedern sich in 50 Ortschaften (die mit den Gemeinden vor der Gemeindereform 1997… … Deutsch Wikipedia
Chios — Gemeinde Chios Δήμος Χίου … Deutsch Wikipedia