-
1 δικαιωτήριον
δῐκαι-ωτήριον, τό,II = κριτήριον, Hsch.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > δικαιωτήριον
Перевод: с греческого на английский
с английского на греческий- С английского на:
- Греческий
- С греческого на:
- Английский
1 δικαιωτήριον
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > δικαιωτήριον